Ο Μπάμπης έφυγε...
2025-02-27 08:24Με αυτά τα λόγια αποχαιρέτησα -στην πολιτική του κηδεία- τον σύντροφό μου Μπάμπη Αλεξάτο, που μας άφησε πρόωρα. Έχω να γράψω αρκετό καιρό στο μπλογκ μου. Κι είναι πολύ πικρό που η αιτία για να ξαναπιάσω το πληκτρολόγιό μου είναι η μετανάστευσή σου, Μπάμπη, σε ένα άλλο σύμπαν. Γνωρίζω ότι ο θάνατος είναι το πεπρωμένο από το οποίο δεν μπορούμε να ξεφύγουμε. Εμπεριέχεται στη ζωή, είναι μια αναγκαστική συνθήκη μη διαπραγματεύσιμη. Ποτέ όμως δεν είμαστε προετοιμασμένοι για τον ερχομό του. Ούτε για τον εαυτό μας ούτε γι' όλους όσους αγαπάμε.
Μπάμπη μου, δεν μπορώ να το πιστέψω. Δεν καταπίνεται με τίποτα...
«Ο Μπάμπης έφυγε» ή κάπως έτσι ήταν τα λόγια που διάβασα προχθές, Δευτέρα πρωί.
Μπάμπη μου, ομολογώ ότι δεν ήμουν ούτε κατ’ ελάχιστον προετοιμασμένος να σε αποχαιρετήσω. Κυριολεκτικά ένιωσα μια γροθιά στο στομάχι. Γνώριζα τα πρόσφατα προβλήματα της υγείας σου, όμως πίστευα βαθιά μέσα μου ότι θα τα ξεπεράσεις – ακόμη κι όταν τα σύννεφα στην πορεία της ασθένειάς σου πύκνωναν απειλητικά. Το πίστευα ακράδαντα μ’ εκείνο το είδος της πίστης που έχει τις ρίζες της στην ανάγκη μου, στην ανάγκη μας, να σ’ έχουμε πάντα δίπλα μας.
Υπάρχουν πολλών ειδών αποχαιρετισμοί.
Κανένας δεν είναι εύκολος.
Όλοι είναι οδυνηροί. Ιδιαίτερα αυτοί που συνδέονται με το αμετάκλητο βιολογικό τέλος. Είτε μιλάμε για συγγενείς, για φίλους, είτε μιλάμε για συντρόφους στρατευμένους σ’ έναν κοινό αγώνα, σ’ έναν σκοπό, σ’ ένα όνειρο που βάζει φωτιά στην ύπαρξή μας. Πάντοτε, μα πάντοτε, ένα κομμάτι του εαυτού μας φεύγει μαζί τους.
Γνωριστήκαμε στα τέλη του 2012, στην οργάνωση του ΣΥΡΙΖΑ. Από τότε μέχρι σήμερα πορευτήκαμε μαζί, μέχρι το τελευταίο κοινό μετερίζι μας, τη Νέα Αριστερά. Μοιραστήκαμε όλο αυτό το ασανσέρ συναισθημάτων που ανέβαινε και κατέβαινε ανάλογα με τη συγκυρία.
Αν μου επιτρεπόταν να συνοψίσω σε έναν χαρακτηρισμό την προσωπικότητά σου, θα επέλεγα τον όρο «δάσκαλος».
Ήσουν δάσκαλος όχι μόνο για τους τυχερούς μαθητές που σε γνώρισαν με την επαγγελματική σου ιδιότητα, αλλά και για όλους εμάς, που η τροχιά της ζωής μας είχε την αγαθή τύχη να διασταυρωθεί με τη δική σου.
Ήσουν –ανάλογα με την περίσταση– τρυφερός και αυστηρός. Ενθαρρυντικός και απορριπτικός, εκεί όπου με το οξύ πολιτικό σου ένστικτο έκρινες ότι χρειαζόταν. Διαρκώς ψύχραιμος, ακόμη κι όταν θόλωναν οι γραμμές των οριζόντων, τότε που οι αμφιβολίες και η απογοήτευση σήκωναν κεφάλι. Διαλεκτικός σε κάποιες περιπτώσεις και αλλού ανυποχώρητος. Πάντοτε συνεπής –με όλο το βάρος της λέξης– σε όσα πρέσβευες. Είχες το χάρισμα να ξεχωρίζεις το δέντρο, δίχως ποτέ να χάνεις από το οπτικό σου πεδίο το δάσος. Ήσουν σοβαρός –ποτέ σοβαροφανής–, ενώ συγχρόνως διέθετες ένα στεγνό χιούμορ που τσάκιζε κόκαλα.
Πορεύτηκες στη ζωή σου με ανιδιοτέλεια, δίχως την παραμικρή σκέψη να εξαργυρώσεις με θέσεις και αξιώματα την αδιαμφισβήτητη προσφορά σου στα κοινά, παρόλο που είχες κάθε δικαίωμα να τα διεκδικήσεις. Αντίθετα, διάφοροι περαστικοί και επισκέπτες στο κόμμα καταλάμβαναν θέσεις, δίχως να έχουν τη δική σου αξία. Ήσουν ο πρώτος μεταξύ ίσων, κάτι που δεν τόλμησα ποτέ μέχρι τώρα να εκφράσω. Για όλα αυτά, σύντροφοι και πολιτικοί αντίπαλοι σε σέβονταν, σε εκτιμούσαν και σε αγαπούσαν. Κάτι το οποίο, στη δική μου κλίμακα αξιών, αποτελεί το σημαντικότερο παράσημο, που μπορεί να απονεμηθεί σε άνθρωπο.
Τώρα πρέπει να συνεχίσουμε μ’ εσένα απόντα. Είναι βαρύ, φίλε μας, σύντροφέ μας, σ’ το ομολογώ με συντριβή.
Ωστόσο, για ένα πράγμα μόνο θέλω να διαβεβαιώσω εσένα, τους αγαπημένους σου, τους συντρόφους μας:
Η μνήμη σου θα παραμείνει κραταιά, οπότε κι εσύ θα παραμείνεις δίπλα μας, σε μια άλλη διάσταση μεν, αλλά κοντά μας. Θα αρκεί ένα τραγούδι, μια κουβέντα, μια σκέψη, για να μας οδηγήσουν αβίαστα στο ζεστό χαμόγελό σου, που –πριν προλάβει να φτάσει στα χείλη σου– το είχαν μαρτυρήσει τα μάτια σου.
Μόνο έτσι ο θάνατος δεν θα έχει πια εξουσία. Γιατί, μπορεί αγαπημένα πρόσωπα να φεύγουν από κοντά μας, ποτέ όμως δεν χάνεται η εκτίμηση, και παραμένει ζωντανή η αγάπη.
Μόνο έτσι, Μπάμπη, η μνήμη μας θα σε κρατάει ζωντανό στη σκέψη και στα λόγια μας.
Μόνο έτσι μπορούμε εμείς οι θνητοί να νικήσουμε τον θάνατο και να μην του επιτρέψουμε να σε πάρει τελεσίδικα από κοντά μας. Θα συμφωνούμε ή θα πλακωνόμαστε για το Α ή το Β πολιτικό ζήτημα κι εσύ θα είσαι δίπλα μας. Θα γελάμε πάντοτε με τα αστεία που είχαμε μοιραστεί. Θα ζαλιζόμαστε ευχάριστα και δημιουργικά με ωραιότατα αποστάγματα… και, ενώ θα ξεκινάμε με τις αγριοφωνάρες μας να τραγουδάμε, θα τραγουδάς κι εσύ μαζί μας.
Τι κι αν οι φίλοι φεύγουν κάποιες φορές πρόωρα;
Αρκούν ένα γεγονός, μια φράση, ίσως κι ένα τραγούδι για να αποκτήσουν οι αναμνήσεις θέση στο παρόν μας και να αναβιώσει εκείνη η τόσο μα τόσο χαρακτηριστική οικειότητα που αισθάνεσαι μόνο όταν βρίσκεσαι με αγαπημένους φίλους.
Εξάλλου, όπως λέει ο ποιητής Βάιος Κανδήλας:
Όταν οι σύντροφοι φεύγουν, μη λυπάστε,
μα να χαίρεστε γιατί φεύγουν σίγουροι,
σίγουροι, γιατί ήταν εκείνοι που –όλη τους τη ζωή– σπόρους
προσπαθούσαν να φυτέψουν,
αιώνιοι γεωργοί της νίκης των λαών, χωρίς να σκέφτονται αν θα
δούνε της συγκομιδής το μεγαλείο
ήταν αυτοί που πέταξαν από πάνω τους κάθε ματαιοπονία – της
ελπίδας κοινωνοί του νέου κόσμου
και φεύγουν έχοντας δει μες στην καρδιά τους πώς η καταπίεση
πεθαίνει,
μη λυπάστε, γιατί εκείνοι μπορεί να έφυγαν αλλά το χέρι τους είναι
ακόμα εδώ,
ζεστό, δίπλα σε όποιο χέρι ακόμα αντιστέκεται.