Ο μεγάλος Αλεξανδρινός

2017-05-01 13:10

Πριν από δυο μέρες και 154 χρόνια γεννήθηκε ένας από τους σπουδαιότερους και επιδραστικότερους ποιητές παγκοσμίως. Μιλώ για τον Κωνσταντίνο Καβάφη. Η ζωή που αρκετές φορές λειτουργεί σαν τον καλύτερο σεναριογράφο του Χόλιγουντ, τα έφερε έτσι ώστε τα κεριά της ζωής του να σβήσουν ακριβώς 70 χρόνια μετά τη γέννησή του, στα γενέθλιά του. Στο διάστημα αυτό παρήγαγε σημαντικό ποιητικό έργο που αναγνωρίστηκε στον ελλαδικό χώρο προς το τέλος της ζωής του και αργότερα μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες. Στο σύνολο του έργου του συμπεριλαμβάνονται διάφορα πεζά κείμενα, ταξιδιωτικά αφηγήματα και δοκίμια. Όμως απέκτησε παγκόσμια απήχηση εξαιτίας του ποιητικού του έργου. Η ποίησή του προσομοιάζει με πεζό κείμενο, συνήθως δεν υπάρχει ομοιοκαταληξία κάτι που ίσως θεωρείτο ύβρις στην εποχή του, όμως κάνει το έργο του -κατά την γνώμη μου- γοητευτικότερο. Επίσης άλλο ένα χαρακτηριστικό είναι το γλωσσικό του ύφος, που κινείται ανάμεσα στην καθαρεύουσα και στην καθομιλουμένη, ενώ η ορθογραφία και η στίξη του αποπνέουν μια άλλη εποχή.

Ο ίδιος αυτοπαρουσιάζεται ως εξής"Είμαι Κωνσταντινουπολίτης την καταγωγήν, αλλά εγεννήθηκα στην Αλεξάνδρεια - σ' ένα σπίτι της οδού Σερίφ· μικρός πολύ έφυγα, και αρκετό μέρος της παιδικής μου ηλικίας το πέρασα στην Αγγλία. Κατόπιν επισκέφθην την χώραν αυτήν μεγάλος, αλλά για μικρόν χρονικόν διάστημα. Διέμεινα και στη Γαλλία. Στην εφηβικήν μου ηλικίαν κατοίκησα υπέρ τα δύο έτη στην Κωνσταντινούπολη. Στην Ελλάδα είναι πολλά χρόνια που δεν επήγα. Η τελευταία μου εργασία ήταν υπαλλήλου εις ένα κυβερνητικόν γραφείον εξαρτώμενον από το υπουργείον των Δημοσίων Έργων της Αιγύπτου. Ξέρω Αγγλικά, Γαλλικά και ολίγα Ιταλικά".

Στη μνήμη του θα ήθελα να παραθέσω τρία από τα πιο χαρακτηριστικά του ποιήματα:

 

ΤΕΙΧΗ

Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ
μεγάλα κ’ υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη.

Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ.
Άλλο δεν σκέπτομαι: τον νουν μου τρώγει αυτή η τύχη·

διότι πράγματα πολλά έξω να κάμω είχον.
A όταν έκτιζαν τα τείχη πώς να μην προσέξω.

Aλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον.
Aνεπαισθήτως μ’ έκλεισαν από τον κόσμον έξω.

(Ποιήματα 1897-1933εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα 1984

 

Η ΠΟΛΙΣ

Είπες· «Θα πάγω σ’ άλλη γη, θα πάγω σ’ άλλη θάλασσα.
Μια πόλις άλλη θα βρεθεί καλλίτερη από αυτή.
Κάθε προσπάθεια μου μια καταδίκη είναι γραφτή·
κ’ είν’ η καρδιά μου — σαν νεκρός — θαμένη.
Ο νους μου ως πότε μες στον μαρασμόν αυτόν θα μένει.
Όπου το μάτι μου γυρίσω, όπου κι αν δω
ερείπια μαύρα της ζωής μου βλέπω εδώ,
που τόσα χρόνια πέρασα και ρήμαξα και χάλασα.»

Καινούριους τόπους δεν θα βρεις, δεν θάβρεις άλλες θάλασσες.
Η πόλις θα σε ακολουθεί. Στους δρόμους θα γυρνάς
τους ίδιους. Και στες γειτονιές τες ίδιες θα γερνάς·
και μες στα ίδια σπίτια αυτά θ’ ασπρίζεις.
Πάντα στην πόλι αυτή θα φθάνεις. Για τα αλλού — μη ελπίζεις—
δεν έχει πλοίο για σε, δεν έχει οδό.
Έτσι που τη ζωή σου ρήμαξες εδώ
στην κώχη τούτη την μικρή, σ’ όλην την γη την χάλασες.

(Ποιήματα 1897-1933εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα 1984

 

ΚΕΡΙΑ

Του μέλλοντος η μέρες στέκοντ’ εμπροστά μας
σα μια σειρά κεράκια αναμένα —
χρυσά, ζεστά, και ζωηρά κεράκια.

Η περασμένες μέρες πίσω μένουν,
μια θλιβερή γραμμή κεριών σβυσμένων·
τα πιο κοντά βγάζουν καπνόν ακόμη,
κρύα κεριά, λυωμένα, και κυρτά.

Δεν θέλω να τα βλέπω· με λυπεί η μορφή των,
και με λυπεί το πρώτο φως των να θυμούμαι.
Εμπρός κυττάζω τ’ αναμένα μου κεριά.

Δεν θέλω να γυρίσω να μη διω και φρίξω
τι γρήγορα που η σκοτεινή γραμμή μακραίνει,
τι γρήγορα που τα σβυστά κεριά πληθαίνουν.

(Ποιήματα 1897-1933, εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα 1984)