Μια επίκαιρη αναδρομή στην Ιστορία

2020-11-16 08:23

Διάβασα το παρακάτω άρθρο της Μαριάννας Τζιαντζή, στην ΕφΣυν του Σαββάτου. Αναφέρεται σε μια άλλη πορεία, πριν από 57 χρόνια, η οποία είχε απαγορευτεί, όπως και η φετινή πορεία για την επέτειο του Πολυτεχνείου. Τότε, αιτία ήταν η διείσδυση -όπως ισχυριζόταν η κυβέρνηση Καραμανλή (πρεσβυτέρου)- κομμουνιστών σε μια κοινωνική οργάνωση, που διοργάνωνε την πορεία υπέρ της ειρήνης και του πυρηνικού αφοπλισμού - ψυχρός πόλεμος στα ντουζένια του, γαρ. Τώρα δεν είναι ο κομμουνιστικός ιός που κινδυνεύει να μολύνει την καρδιά και το μυαλό των βλασταριών μας, αλλά ένας άλλος ιός, ο κορονοϊός, που εσχάτως διαφεντεύει τη ζωή μας και δίνει λαμπρή αφορμή για να αποφασιστούν πράγματα που ίσως τώρα τα θεωρούμε εύλογα, αλλά φοβάμαι ότι, όταν συνειδητοποιήσουμε τον λογαριασμό -ως είθισται αργά-, θα χύσουμε μαύρο δάκρυ. 

Σήμερα όπως και τότε απαγορεύονται συγκεντρώσεις με πρόσχημα τη διάδοση του ιού. Στην πραγματικότητα αυτό που καταφέρνουν σήμερα όπως και τότε είναι η προσχηματική παράκαμψη-κατάλυση του Συντάγματος. Όπως άλλωστε αναφέρει η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων. Φαντάζομαι ότι η ΕΔΕ δεν θεωρείται πολιτικό ενεργούμενο της αντιπολίτευσης και ότι διαθέτει το ανάλογο νομικό έρμα. 

Η συνέχιση προβλέπεται λίαν ενδιαφέρουσα. Προς το παρόν, φίλοι μου, διαβάστε το άρθρο.

 

 

Χρυσοχοϊδης, ο φονεύς του δράκου του Πολυτεχνείου;


Μαριάννα Τζιαντζή

 

Ακόμα και οι απαγορευμένες πορείες κάποτε γράφουν ιστορία. Όπως συνέβη με την πρώτη Μαραθώνια Πορεία Ειρήνης στις 21 Απριλίου 1963, την οργανωμένη από τον νεοσύστατο Σύνδεσμο για τον Πυρηνικό Αφοπλισμό Μπέρτραντ Ράσελ, όταν ο υφυπουργός Εσωτερικών Δ. Δαβάκης είχε ανακοινώσει ότι «η κυβέρνησις δεν θα επιτρέψει την μελετώμενην “πορείαν ειρήνης” διότι οργανούται από τους εγχωρίους κομμουνιστάς».

Με μπλόκα, ξυλοδαρμούς και ένα όργιο συλλήψεων η Αστυνομία προσπάθησε να εμποδίσει τους χιλιάδες ανθρώπους που από κάθε γειτονιά της Αθήνας επιχείρησαν να φτάσουν στην αφετηρία της πορείας. Συνέλαβε 2.000 άτομα, κυρίως νέους, που τους στοίβαξε ακόμα και σε σχολεία, καθώς τα κρατητήρια στα αστυνομικά τμήματα δεν τους χωρούσαν.

Χρυσοχοϊδης, ο φονεύς του δράκου του Πολυτεχνείου;

Εκείνη η απαγορευμένη πορεία συνδέθηκε με τον βουλευτή της ΕΔΑ Γρηγόρη Λαμπράκη που, μετακινούμενος περίπου όπως το Παιδί Φάντασμα στα χρόνια της Κατοχής, κατάφερε να φτάσει στον Τύμβο του Μαραθώνα, να μιλήσει στους δημοσιογράφους –και στους αστυνομικούς– και να ξεκινήσει την πορεία μόνος του κρατώντας ένα πανό που ως τότε είχε διπλωμένο και κρυμμένο στο σακάκι του. Με τη λέξη ΕΛΛΑΣ και το σήμα της ειρήνης στα δύο άκρα της.


Ούτε ανατομικά αθλητικά παπούτσια, ούτε γυαλιά ηλίου, ούτε καπελάκι του μπέιζμπολ, ούτε casual ντύσιμο. Κουστούμι, γραβάτα και δερμάτινα παπούτσια, αυτός ήταν ο ενδυματολογικός κώδικας της εποχής.

Ενώ ο Λαμπράκης περπατούσε, απ’ τα χωράφια ξεπρόβαλαν ένας-ένας κάποιοι τολμητίες ή τυχεροί που είχαν καταφέρει να σπάσουν τον αστυνομικό κλοιό. Ένας 16χρονος έφηβος και ένας κρεοπώλης ήταν οι δύο πρώτοι και ακολούθησε ένας ηλεκτρολόγος. Ο Ανδρέας, ο Μπάμπης, ο Παντελής, όπως διαβάζουμε στο ιδιαίτερα κατατοπιστικό (και άλλο τόσο συγκινητικό) κείμενο του Μανώλη Νταλούκα.

Ματαιωμένη, ημιτελής και διόλου μαζική εκείνη η πρώτη πορεία. Όμως ένδοξη και με βαριά ιστορική σημασία. Και όλοι πια ξέρουμε πώς πλήρωσε ο Λαμπράκης τη συμμετοχή του.

Τότε, πριν 57 χρόνια, ο επισήμως επικαλούμενος κίνδυνος ήταν ο «εγχώριος κομμουνισμός». Σήμερα ο υπαρκτός κίνδυνος είναι η πανδημία, ακόμα και αν η πορεία μπορεί να πραγματοποιηθεί με την πιο σχολαστική τήρηση όλων των μέτρων ασφαλείας.

Τότε η κυβέρνηση Καραμανλή χρησιμοποίησε κάθε μέσο για την παρεμπόδιση της πορείας. Το ίδιο θα κάνει και σήμερα η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Τότε ήταν οι κλούβες, τα καμιόνια, τα τζιπ. Σήμερα στο οπλοστάσιο έχουν προστεθεί η ανατριχιαστική απαγόρευση των συναθροίσεων άνω των τριών ατόμων, τα drones, τα ελικόπτερα, τα οχήματα εκτόξευσης νερού, τα δακρυγόνα, τα χημικά. Και αν ο φράχτης του Έβρου είχε ροδάκια, ο Χρυσοχοϊδης δεν θα δίσταζε να τον τεμαχίσει και να τον τσουλήσει μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα νοτιότερα.

Τότε εκατοντάδες μπαλόνια με το σήμα της ειρήνης είχαν εκτοξευθεί στον συννεφιασμένο αττικό ουρανό. Αλαφιασμένοι έτρεχαν οι αστυνομικοί να πιάσουν τα μπαλόνια και να τα σκάσουν. Λίγες ημέρες νωρίτερα είχαν αμολυθεί και πάμπολλοι χαρταετοί με το ίδιο σήμα ζωγραφισμένο στο χαρτί. Για φέτος δεν προβλέπονται ανάλογοι συμβολισμοί.

Υπαρκτός ο κίνδυνος της μετάδοσης του ιού, αλλά αντιμετωπίσιμος. Όμως η κυβέρνηση, διά στόματος πρώτα του πρωθυπουργού και ύστερα του αρμόδιου υπουργού, δεν δέχτηκε καμία συζήτηση, καμία συμφωνία με κόμματα και συνδικαλιστικές οργανώσεις ως προς τα μέτρα προστασίας αυτών που θα συμμετείχαν στην πορεία. Και αργά τη νύχτα του Σαββάτου, η πολεμική ανακοίνωση του αρχηγού της αστυνομίας. Το δόγμα «αποφασίζομεν και διατάσσομεν» σε όλο του το μεγαλείο.

Ο κίνδυνος για την κυβέρνηση και τα στηρίγματά της δεν είναι μόνο ο Covid-19, είναι το ίδιο το Πολυτεχνείο, ακριβέστερα ο δράκος της ανάμνησης του Πολυτεχνείου. Μιας ανάμνησης που δεν έχει ακόμα παγώσει, δεν έχει νεκρωθεί. Και ο Χρυσοχοϊδης, ζηλεύοντας το κλέος του Άη Γιώργη, φιλοδοξεί να γίνει ο φονεύς του δράκου. Μόνο που αυτός ο δράκος είναι πολύ σκληρός για να πεθάνει ή μάλλον πολύ άπιαστος. Δεν έχει κεφάλι, δεν έχει διακριτό και μοναδικό ιδιοκτήτη ή κληρονόμο. Δεν έχει καν επίσημο τόπο κατοικίας για να διαταχθεί η σύλληψή του και η διασπορά του (γεωγραφική και ηλικιακή) είναι ανεξέλεγκτη.

Ο Χρυσοχοϊδης θα ηττηθεί, όσο περίτεχνο και βίαιο και αν αποδειχτεί το σχέδιό του και η εφαρμογή του. Δεν θα γίνει ο φονεύς του Πολυτεχνείου (για την ακρίβεια, ο φονεύς του εορτασμού της επετείου του) κι ας εισπράξει τα συγχαρητήρια όλων εκείνων που εδώ και χρόνια ονειρεύονται τον οριστικό ενταφιασμό του εορτασμού του. Το Πολυτεχνείο έχει ριζώσει στο μυαλό, στην καρδιά, στα σπλάχνα όχι μόνο εκείνων που συμμετείχαν στην εξέγερση, αλλά και πολλών από εκείνους που ήταν αγέννητοι τότε.

Κι αν αυτές τις μέρες σηκώσει κανείς το βλέμμα του στον ουρανό, ίσως δει να υψώνονται χιλιάδες χαρταετοί και μπαλόνια που θα γράφουν «Το Πολυτεχνείο ζει». Ίσως δει και τη ματωμένη σημαία της εξέγερσης να ανεμίζει εκεί όπου δεν φτάνουν Μπογδάνοι και αστυνομικοί. Και κλείνοντας τα μάτια, ίσως δει τον Γρηγόρη Λαμπράκη, με το κουστουμάκι, τη γραβάτα και το πανό του, απτόητο και αγέρωχο, να διασχίζει μια άδεια λεωφόρο Μαραθώνα, μια άδεια Πατησίων και να κατευθύνεται σε απαγορευμένους προορισμούς.