Από τον Συνεργάτη δίχως όνομα

2017-06-23 21:11

Έλαβα πριν από λίγες ημέρες ένα κείμενο μέσω μέιλ, από έναν πολύ καλό μου φίλο. Θα τον ονομάσω ο (γνωστός μου) "Συνεργάτης δίχως όνομα". Ο ίδιος αντέτεινε να τον ονοματίσω "ακίνδυνο Αλβανό". Το ψευδώνυμο αυτό είχε ένα υπαρκτό μέλος του ΚΚΕ από την Αγ. Παρασκευή της Λέσβου, που έδρασε και αργότερα εκτελέστηκε στα ταραγμένα χρόνια του Εμφυλίου. Εν πάση περιπτώσει, πέρα από τη μικρή διαφωνία μας, είναι πολύ πιο εποικοδομητικό να σας παραθέσω το κείμενό του, που το βρίσκω ενδιαφέρον και κυρίως αρκούντως προκλητικό για συζήτηση πάνω στα πρέπει της εποχής μας. Οι ευθύνες μας είναι διαχρονικές και δεδομένες. Πρέπει επιτέλους να τις δούμε κατάματα, να αναλάβουμε την ιδιοκτησία τους (σας θυμίζει κάτι;) και να βρούμε τις λύσεις. Πλησιάζουν τα 200 χρόνια από την απελευθέρωση και την ίδρυση του νεότερου ελληνικού κράτους. Πόσο κρίμα που θα τα γιορτάσουμε μέσα σε πολιτική, οικονομική και κοινωνική υπανάπτυξη, ανυποληψία και παρακμή. Δείτε την εικόνα της (πεο)γραβάτας του υπουργού της κυβέρνησης και τις ηλίθιες δικαιολογίες του. Δείτε την καθοδηγούμενη(;) προσπάθεια της αντιπολίτευσης να πλήξει την κυβέρνηση μέσω μιας υπόθεσης με την οποία, όσο εκδικαζόταν, δεν είχε ασχοληθεί κατ' ελάχιστον, προφανώς γιατί εμπλεκόταν επιφανής πολιτικός της φίλος-επιχειρηματίας. Δείτε την αξιοθαύμαστη προσφάτως σύμπνοια μιντιακών-επιχειρηματικών ομίλων, που για την ίδια υπόθεση αλληλομαχαιρώνονταν. Τέλος, δείτε τη ζοφερή πραγματικότητα μιας άσχημης, βρόμικης πόλης που κατοικείται από κατατονικούς κατοίκους, δίχως ελπίδα. Κάτι δεν πρέπει να γίνει; Ή μήπως τελικά αυτό μας αξίζει;

Από τον Συνεργάτη δίχως όνομα

Τώρα που τελείωσε η αξιολόγηση, τόνοι μελανιού χύνονται στον περίγυρο. Αποτυπώνοντας τα αμφιμερή σχόλια ή τα παραλειπόμενα από τις διενέξεις των νομέων της εξουσίας με τους κατά περίπτωση διεκδικητές της, κεντρικούς ή περιφερειακούς. Τόσο πολλοί πια οι μετά μανίας για την σωτηρία του τόπου διαγκωνιζόμενοι, ώστε να απορεί κανείς σοβαρά, πως διάβολο καταντήσαμε παρίες της Ευρώπης με τόσους αυτόκλητους σωτήρες, γνώστες της αλήθειας. Και ουκ ολίγοι αυτοί που περιμένουν πάλι στην ουρά να βολευτούν, από βουλευτές μέχρι κλητήρες, στη θέση εκείνων που σύντομα θα ξεβολευτούν. Εξίσου αρκετοί, εκείνοι που απλώς απαρνούνται το (καθώς φαίνεται τεράστιο) βάρος της ατομικής τους ελευθερίας. Γιατί; Μα για να ετεροπροσδιοριστούν καλυμμένοι πίσω από ξεθωριασμένες ιδέες ή τεχνητές αντιπαλότητες του παρελθόντος. Τις οποίες με περισσή φροντίδα συντηρούν οι ιέρακες της πολιτικής εις υγείαν των κορόιδων. Ακόμη δε χειρότερα οι στρατευμένοι καιροσκόποι σε παρωχημένες, κομματικές τάξεις, ευκαιριακά ή όχι.

 "Των οικιών ημών εμπιπραμένων ημείς άδομεν", εδώ στη χώρα των ατέρμονων, αναποτελεσματικών καυγάδων. Διαφωνούμε για την (ανύπαρκτη!) απάντηση στο ερώτημα ποιά είναι εν προκειμένω η ταχύτερη, η ασφαλέστερη μέθοδος, ώστε να πέσουν απ' τον ουρανό λεφτά και αυτομάτως να λυθούν τρόπον τινά όλα μας τα προβλήματα, δια της περιώνυμης ανάπτυξης. Για τους μεν "όλα καλά" για τους δε "υπεγράφη η καταστροφή μας". Έτσι που να καθίσταται βέβαιη, αφενός η εσαεί καθήλωση μας, στα υπόγεια δώματα της ουσιαστικής υπανάπτυξης, αφετέρου η υποθήκευση του μέλλοντος των συνελλήνων μέχρι τετάρτης γενεάς. Ας εξηγηθώ τι εννοώ, όμως, και που το πηγαίνω. Περίπου 200 χρόνια πριν, ο (αποκαλούμενος και εθνικός μας) ποιητής Διονύσιος Σολωμός ρωτήθηκε: "πως πάει το έθνος;" Και αποκρίθηκε: "έχεις δει (φίλε μου) να μαδάνε την κότα και να συνεπαίρνει ο αέρας τα πούπουλα;; ε έτσι πάει το έθνος". Με αφορμή αυτήν την τολμηρή αλήθεια, καιρός είναι, μήπως προχωρήσουμε λίγο παρακάτω, να κοιτάξουμε την πραγματικότητα κατάματα. Και, αναδιφώντας στο χρήσιμο, ιστορικό παρελθόν, να συνειδητοποιήσουμε ότι αυτό που βιώνουμε επτά χρόνια τώρα, ως "κρίση", δεν είναι μια έκτακτη κατάσταση, παρά η τελευταία  έξαρση στην (σπειροειδούς μορφής) συνεχιζόμενη μη ομαλή μας κανονικότητα, ως έθνους, ως πολιτείας και ως κοινωνίας. Δημοσιονομικού χαρακτήρα εξωτερικά, μα κάτω από την γλιστερή επιφάνεια αμιγώς πολιτικοκοινωνικού. 

Χιλιάδες χρόνια προτού, η γλώσσα μας απέδωσε στην λέξη "κρίση" τη σύνθετη έννοια της διατάραξης της ομαλής πορείας, της κακής λειτουργίας και της έμπρακτης αμφισβήτησης των καθιερωμένων δομών ή αξιών. Ταυτόχρονα όμως, με την ίδια λέξη ακριβώς, όρισε την ικανότητα της νοητικής εμβάθυνσης σ' ένα ζήτημα, για την εξαγωγή του ορθού συμπεράσματος. Διόλου τυχαία δεν συνδέθηκαν (στην ελληνική) οι δύο αυτές έννοιες, υπό τη σκέπη της ίδιας ακριβώς λέξης. Χωρίς "κρίση", είναι αδύνατον να εξέλθει κανείς απ' την "κρίση". Μιάς χώρας, μιας επιχείρησης, μιάς ομάδας, ενός κόμματος, μιας οικογένειας, μιάς σχέσης, του ίδιου μας του εαυτού. Εξ ου η χιλιοειπωμένη φράση "οι κρίσεις προσφέρουν ευκαιρίες", δοθέντος ότι πιεστικώς επιβάλλουν, εκ της φύσης τους, βαθύτερες, ωριμότερες, σοβαρότερες σκέψεις. Και ριζικές αλλαγές νοοτροπίας, για την αντιμετώπιση των αιτίων που τις προκάλεσαν. Η εξοστρακιζόμενη, μουσικομαθηματική μας γλώσσα προσέφερε στην υφήλιο την έννοια {αγγλικά: crisis, γαλλικά: crise, γερμανικά: κrise κλπ}, υποδεικνύοντας μαζί την αυτονόητη λύση του υποτιθέμενου αινίγματος. Που οι νεοέλληνες αδυνατούμε εγγενώς όχι να κατανοήσουμε αλλά και να αναγνώσουμε έστω, όπως ξεκάθαρα προκύπτει από την συνεχιζόμενη συμπεριφορά του κόσμου και την τακτική σύσσωμης της πολιτικής ελίτ. 

Τεκτονικές αλλαγές όμως, σαν αυτές που χρειαζόμαστε, δεν προέκυψαν ποτέ από περιόδους ευωχίας, αλλά αποκλειστικά μέσα από σύνθετες δυσκολίες και βαριές ήττες. Τα μέχρι στιγμής δεδομένα, άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους, έχουν συνοπτικά ως εξής: Ως λαός ακόμη αρνούμαστε πεισματικά να αφομοιώσουμε, να αποδεχθούμε την έννοια του ενιαίου, οργανωμένου κράτους, σαν ανώτατου εγγυητή όλων των πτυχών της κοινωνικής μας ζωής. Στο βαθύ παρελθόν ανάγονται οι ρίζες αυτού του φαινομένου, που εντάθηκε μετά τον αιματηρό αγώνα της ανεξαρτησίας, ύστερα από τέσσερις αιώνες σκότους και υποταγής στις βλαπτικές συνήθειες των οθωμανών. Συστηματική απειθαρχία στους νόμους, ασυδοσία και προσπάθεια εξαγοράς της τελευταίας, μόνο για προσωπικά οφέλη, μέσα από την αδιάκοπη συναλλαγή με όλους τους εκπροσώπους ή τους θεσμούς του κράτους. Το βλέπουμε όλοι μας, κάθε μέρα, στη σημερινή Ελλάδα, σε μεγαλύτερο ή σε μικρότερο βαθμό. Εγκλωβισμός επίσης και ισόβια διάσπαση της κοινότητας στις αριθμητικά μικρότερες ομάδες: α) της εντοπιότητας, β) της επαγγελματικής συντεχνίας, γ) του πολιτικού κόμματος, δ) των δεσμών του αίματος. Πάντοτε εις βάρος του συνόλου. Κι αυτό επίσης εξακολουθούμε να το βιώνουμε κάθε μέρα στην Ελλάδα του σήμερα. Ετσι το κράτος μας καθιερώθηκε στην συνείδηση των πολιτών είτε ως ένας στυγνός εξυπηρετητής συμφερόντων είτε ως ένας μισητός αντίπαλος. Οχι πάντως σαν ειλικρινής αρωγός στα πολυποίκιλα προβλήματα του πολίτη. 

Αλλά, αν δεν αποκατασταθεί αυτή η σχέση, είναι προφανές πως δεν πρόκειται ποτέ τίποτε να αλλάξει. Πλέον χαρακτηριστική έκφραση της εν λόγω αντιφατικής καθιέρωσης συνιστά (από τη μια πλευρά) η σταδιακή μετατροπή της φοροαποφυγής σε εθνικό άθλημα. Κι από την άλλη, η μετεξέλιξη του "κράτους" σ' ένα είδος φαντάσματος, που, μέσα από την ανυπαρξία του, αδιαφορεί προκλητικά - ή δεν μπορεί καν - να παράσχει τα χρειώδη στους πολίτες του (αξιοπρεπή υγεία, παιδεία, ασφάλεια κλπ). Αλλά και σ' ένα λάφυρο διαρκείας των πολιτικών ηγεσιών - και των ιδιωτών που συνεργάζονται μαζί τους, από τον βιομήχανο μέχρι τον τελευταίο δημόσιο υπάλληλο. Μέσα σ' ένα τρομακτικό, βαθιά ριζωμένο, πελατειακό σύστημα "δούναι  και λαβείν". Και τα δύο αυτά θλιβερά φαινόμενα, στα οποία οφείλονται τα δεινά μας, εξελίχθηκαν ταυτόχρονα, στην σύντομη, νεοελληνική ιστορία, ανατροφοδοτώντας το ένα το άλλο. Ομως, με τους θεσμούς καταρρέοντες και μ' ένα τόσο πια φαύλο κράτος, σε καθεστώς ημιδιάλυσης, πολύ απλά ήταν (και είναι) παντελώς αδύνατον να υπάρξει δημοκρατία. Κι αυτό το έρεβος είναι η καρδιά του προβλήματος. Με δύο λόγια δηλαδή, έχουμε δημιουργήσει (οι ίδιοι, μόνοι μας) ένα άθλιο τέρας και μάλιστα όλα τα παραπάνω ευεξήγητα, δεν είναι καθόλου άσχετα με την διαχρονικά καταδήλως ατελή ψυχοσύνθεση του μέσου Ελληνα. Την οποία εντέχνως συντηρεί, καλλιεργεί και πλήρως εκμεταλλεύεται (δεκαετίες τώρα) το αχόρταγο σύστημα. 

Η ανώριμη ατομικότητα του μέσου Ελληνα πολίτη αποτελεί βασική αιτία των ισχυρών ανασφαλειών που τον διακατέχουν, με αποτέλεσμα την (προς κάθε κατεύθυνση) έλλειψη εμπιστοσύνης και τις γνωστές, διχαστικές του τάσεις. Στις οποίες οφείλουμε ως χώρα (να σημειωθεί αυτό) τα πιο βαριά από τα τραγικά παθήματα μας. Περαιτέρω, στην διαπιστωμένη, παιδικόμορφη αντίληψη των πραγμάτων, οφείλεται η προσέγγιση των καταστάσεων και όλων των σοβαρών προκλήσεων - όπως είναι για παράδειγμα η εκλογική ψήφος - με γνώμονα το συναίσθημα. Στο ανήλικον της λογικής, στο παραδοσιακώς πλέον ανιστόρητον και στην πρόδηλη έλλειψη παιδείας, που δεν έχει ανακόψει, αντίθετα συστηματικά έχει αποσαρθρώσει η πολιτεία, ιδίως κατά την μεταπολίτευση, οφείλεται η αδυναμία ευθυκρισίας, οι διάφορες εμμονές και η εξίσου γνωστή ελληνική, συνωμοσιολογική μανία, που μας ταλανίζουν αενάως. Αλλά, όταν δεν αξιολογείται από τους πολίτες η πραγματικότητα με βάση τη λογική, τότε δεν εξασφαλίζεται βέβαια η προλεχθείσα, απαιτούμενη, διανοητική κρίση, για να μπορέσουμε να βγούμε από την κρίση Και προκύπτουν μοναχά διάφορες σπασμωδικές, ακατανόητες ή και βίαιες, ακόμη, συναισθηματικές αντιδράσεις.

 Έτσι μπορούν ευχερώς να εξηγηθούν οι επαναλαμβανόμενες, σπειροειδείς εξάρσεις των κρίσεων που προανέφερα, η προγονοπληξία, η συστηματική μας καταφυγή στο πάλαι ποτέ ένδοξο "ξέρεις ποιός είμαι εγώ" αρχαιοελληνικό παρελθόν (αναμενόμενο, όταν οι σύγχρονοι δεν έχουμε να επιδείξουμε ούτε παρόν ούτε μέλλον) η σημαντική - κατ' εμέ όχι αύξηση αλλά  α π ο κ ά λ υ ψ η - του ποσοστού των ακραίων, οι, παλιότερα, χωρίς ρεαλιστικό στόχο άναρθρες κραυγές της πλατείας, ο προσηλυτισμός χιλιάδων πολιτών από επιτήδειους, η εκλογική συμπεριφορά στις τελευταίες αναμετρήσεις, η ψυχική πόλωση στο όργιο της ατασθαλίας και - ταυτόχρονα - η απαθής πλέον (και εκ του καναπέως αποδοχή από τους Ελληνες όλων των απίστευτων, πολιτικών παλινωδιών μα και των πρωτοφανών θυσιών που απαιτεί (και ξανααπαιτεί) η εφαρμογή των μνημονίων, που αισίως έφθασαν τα 4. Τίποτε όμως δεν πάει χαμένο, αφού η πολιτική ελίτ, με τις πρωτοφανείς κυβιστήσεις και τα λάθη της, καταβρόχθισε και τα τελευταία λείψανα εμπιστοσύνης των πολιτών. 

Υπάρχει πιθανότητα να ενηλικιώσει τούτο το εμπειρικό γεγονός, ως ένα βαθμό τουλάχιστον, την κρίση των Ελλήνων; Ιδωμεν.. Εκείνο, όμως, που επειγόντως, πριν απ' όλα, χρειαζόμαστε, δεν είναι ούτε τις αλλοδαπές επενδύσεις ούτε τα χρήματα εξ ουρανού. Αυτά ναι, συνιστούν διαχειριστικές ανάγκες για μια πρόσκαιρη ανάσα στην ελληνική ατλαντίδα του χρέους, που δέσμευσε προς ρευστοποίηση τις εθνικές γαίες για έναν ολόκληρο αιώνα. Εκείνο που χρειαζόμαστε - και δεν βλέπουμε δυστυχώς ούτε καθ' υποψίαν να συμβαίνει - είναι την δομική αλλαγή στην πολιτική σκέψη, την σοβαρή καταπολέμηση του πελατειακού συστήματος, την έντιμη συναίνεση και την άμεση χάραξη εθνικής πολιτικής, ανάμεσα σ' όλους τους ισχυρούς παίκτες του σήμερα - αυτούς έχουμε, με αυτούς αναγκαστικά θα πορευτούμε. Και βέβαια την εκπαίδευση του πολίτη στα νέα δεδομένα, βάζοντας οριστική ταφόπλακα στις απάτες αλλά και τις αυταπάτες των τελευταίων ηγεσιών. Η εφαρμογή της απλής αναλογικής φαντάζει (όχι άδικα) σε κάποιους ως καταστροφική. Επειδή όμως με το καλό δεν διακρίνεται κανένα φως, ίσως (λέω ίσως) ένα πολύπλοκο εκλογικό αποτέλεσμα να υποχρεώσει τα κόμματα να μεταβάλουν επιτέλους την κουλτούρα της πολιτικής τους. Και να χτιστεί εξ ανάγκης, "με το ζόρι" (γιατί μόνο από αυτό καταλαβαίνουμε) μία στοιχειώδης ενότητα σ' αυτόν τον ταλαιπωρημένο τόπο. Χωρίς την οποία ενότητα, υπό τις νέες, άγριες συνθήκες στην ευρώπη και τον κόσμο, είμαστε απλώς χαμένοι. 

Οι παλιοί τρόποι διακυβέρνησης μας οδήγησαν σε αδιέξοδο, χρεοκόπησαν και είναι ήδη νεκρό γράμμα. Αυτό δεν αμφισβητείται από κανέναν. Οι νεκροί λοιπόν με τους νεκρούς και οι ζωντανοί με τους ζωντανούς. Με ληγμένες συνταγές δεν θεραπεύεται καμία ανικανότητα. Στο μεταξύ, όσα καινούργια κεφάλαια κι αν έρθουν, όσα ασημικά κι αν πουλήσουμε, όσες χρυσόσκονες κι αν ραντίσουν στα κεφάλια μας, επί της ουσίας δεν θα γίνει τ ί π ο τ ε. Ολα θα εξαφανιστούν ανέτως στη μαύρη τρύπα της ελληνικής οικονομίας, αν και εφόσον αξιοποιηθούν πάλι μέσα από τις ίδιες αρρωστημένες δομές, τις ίδιες παλαιοκομματικές μεθόδους και - κυρίως - τα ίδια, χαλασμένα μυαλά του παρελθόντος. Πρέπει να αφήσουμε πίσω όλους και όλα, όσα συνετέλεσαν στην οπισθοδρόμηση. Αλλιώς δεν υπάρχει καμία (όχι ελπίδα αλλά) σανίδα σωτηρίας. Πέρα από την ευημερία των αριθμών που παρατηρούν σαν μικροβιολόγοι και προσδοκούν οι τεχνοκράτες, ο λαός της Ελλάδας έχει ανάγκη να επιβιώσει με αξιοπρέπεια μέσα σε ένα αληθινά δημοκρατικό περιβάλλον, διακόσια χρόνια από την απελευθέρωση του. Κι αυτό είναι το πραγματικό ζητούμενο, καθώς η δημοσιονομική κρίση, το σύμπτωμα του, έχει πολλά ακόμη χρόνια δρόμο...